Πριν πείτε δεν το σκέφτηκα

Προσβασιμότητα σε δημόσιους χώρους: Θεωρία και πράξη

 

Τι σημαίνει να είναι κανείς χρήστης αναπηρικού αμαξιδίου στην Ελλάδα  του 2018;

 

Στη θεωρία σίγουρα υπάρχουν πολλοί περήφανοι  Ευρωπαίοι που είναι πρόθυμοι να διακηρύττουν  πως και οι άνθρωποι με αναπηρία έχουν δικαίωμα σε μια ζωή αξιοπρεπή, σε μια κοινωνία ίσων ευκαιριών. Είναι όμως η κοινωνία του σήμερα έτοιμη για μία πλήρη κοινωνική ενσωμάτωση;

Ας  ξεκινήσουμε από τη βάση του προβληματισμού που δε μπορεί να είναι άλλη από την εκπαίδευση και τις  (ανύπαρκτες ) δομές  της. Ένα παιδί ετών 7  καλείται να  γνωρίσει το Δημοτικό σχολείο. Σηκώνεται το πρωί πολύ νωρίς κι αρχίζει να ετοιμάζεται. Φοράει τα καλά του ρούχα και παίρνει αγκαλιά την καινούρια του τσάντα. Φθάνει στην πόρτα του σχολείου, μπαίνει στο προαύλιο και  τότε διαπιστώνει  ότι για να μπει στην τάξη, όπως τα υπόλοιπα παιδάκια πρέπει να κάνει ένα μικρό ακροβατικό καθώς στην είσοδο της αίθουσας υπάρχουν κάποια σκαλάκια, τα οποία κανείς δεν είχε σκεφτεί να καλύψει με μία ράμπα… Ο λόγος;

Κανείς δεν σκέφτηκε πως το παιδί θα πάει σχολείο!

(«Ας έρθει πρώτα  και κάτι θα βρεθεί, ρε αδερφέ»)

Ποιος θα το βρει; O άμεσα ενδιαφερόμενος, ήτοι η οικογένεια (κι όχι ο κατασκευαστής του κτιρίου που πληρώθηκε γι’ αυτό). Το πρόβλημα προσπεράστηκε! Τι γίνεται με την υπόλοιπη μέρα του παιδιού στο σχολείο; Αντί της προσωπικής βοηθού δραστηριοποιείται η μαμά!!! Ακολουθεί το παιδί καθ’ όλη τη φοίτησή του ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΛΥΚΕΙΟΥ.

 

Κι όταν η βασική εκπαίδευση τελειώσει έρχεται για τους πιο «τολμηρούς» το πανεπιστήμιο. Γιατί όχι για όλους;
Στατιστικώς αποδεικνύεται ότι το ποσοστό των παιδιών με αναπηρία που πηγαίνει σχολείο αγγίζει μόλις το 5%! Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι λίγοι είναι οι γονείς που επιλέγουν να επωμισθούν την έλλειψη κρατικών υποδομών υποστήριξης ,προκειμένου να έχει  το παιδί τους ευκαιρία στη μόρφωση!

Κι έρχομαι τώρα να εξηγήσω σκοπίμως γλαφυρότατα τι εστί έλλειψη κρατικών υποδομών υποστήριξης  και προσβασιμότητας στο πλαίσιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

(προκειμένου μετά την ανάγνωση αυτού του άρθρου να έχουν όλο και λιγότεροι την ευκαιρία να αιτιολογούν τις τραγικές ελλείψεις μ’ένα απλό «ΔΕΝ ΤΟ ΣΚΕΦΤΗΚΑ»)

Πριν πείτε αυτό το δεν το «δεν το σκέφτηκα», σας προ(σ)καλώ να σκεφτείτε ότι

-Kάθε άτομο του οποίου η κινητική αναπηρία περιορίζεται στα κάτω άκρα δικαιούται και ευλόγως προσδοκεί να έχει θρανίο, για να μπορεί, όπως όλοι οι άλλοι, να γράφει χωρίς να χρειάζεται να κουβαλά σπαστό τραπεζάκι από το σπίτι του ή να μη γράφει καθόλου επειδή κάποιοι βλακωδώς υπέθεσαν ότι θα υποχωρήσει και θα αρκεστεί στο να παρακολουθεί με βλέμμα απλανές τα όσο ο καθηγητής (ταχύτατα ενίοτε) παραδίδει!

  ΛΥΠΑΜΑΙ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΣΥΜΒΙΒΑΖΟΜΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΒΛΑΚΩΔΕΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ!

-Όταν το μάθημα διεξάγεται στον τρίτο όροφο ένα ασανσέρ που να κινείται επαρκώς γρήγορα, ώστε εντός ευλόγου χρόνου να φθάσει κανείς ασφαλής στον προορισμό του είναι απαραίτητο. Εύλογος δε χρόνος σε καμία περίπτωση δεν θεωρούνται τα 30 λεπτά!

-Προσβασιμότητα δεν θεωρείται η ύπαρξη τριών σκαλιών πριν από την είσοδο, καθ’ότι κανείς δε μπορεί να σηκωθεί από το αμαξίδιό του, να τα ανέβει και να ξανακαθίσει.

Άρα, οδηγούμεθα στο εξής συμπέρασμα: «Η ύπαρξη θρανίων, καλώς λειτουργούντων ασανσέρ και ραμπών αποτελεί δικαίωμα και ως εκ ως εκ τούτου η Διοίκηση δεν τελεί υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας όταν τύχει να τα παρέχει, όπως παγίως φαίνεται (εν τοις πράγμασι) να υποστηρίζει!»

 

Aς περάσουμε σε ένα ακόμη φλέγον κεφάλαιο με τίτλο «Δρόμοι και πεζοδρόμια»

Ξεκινώ Κυριακή απόγευμα έναν περίπατο στο κέντρο της Αθήνας παραδείγματος χάριν. Προς διατήρηση λοιπόν της σωματικής μου ακεραιότητος (πράγμα σχετικό, όπως θ’αποδείξουν τα επόμενα) επιλέγω να ανέβω στο πεζοδρόμιο. Στην καλύτερη των περιπτώσεων υπάρχει μία ράμπα, η οποία ωστόσο δεν διστάζει να έχει μια μεγάλη προεξοχή στο ξεκίνημά της, όπου και σκαλώνει η μπροστινή ρόδα του αμαξιδίου, μπορεί βέβαια αυτή η ράμπα να ελλείπει παντελώς και να πρέπει να επιδείξω κάποιες ακροβατικές ικανότητες, για ν’ ανέβω στο πεζοδρόμιο, τις οποίες όμως φύσει δεν διαθέτω (κι εδώ διαπιστώνεται περίτρανα το ανεδαφικό του όρου «άνθρωποι με ειδικές ικανότητες», που μάλλον αναφέρεται σε αυτές που η κοινωνία προσδοκεί να διαθέτει ένας άνθρωπος με αναπηρία.)

Ας  υποθέσουμε λοιπόν ,ότι με αρκετή προσπάθεια βρέθηκα στο πολυπόθητο πεζοδρόμιο, κανείς και τίποτα δε μου εγγυάται ότι λίγα μέτρα πιο πέρα δε θα βρίσκεται καταμεσίς ένα δέντρο που θα κάνει το πεζοδρόμιο να στενεύει επικίνδυνα!

 

Προτελευταία πτυχή του προβληματισμού αποτελεί η έλλειψη προσβασιμότητας στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος (καφετέριες, εστιατόρια, μπαρ κ.λ.π.).Έστω ότι αποφασίζει ένα άτομο με κινητική αναπηρία να πιει ένα ποτό με την παρέα του σε κάποιο μπαρ της Αθήνας αλλά και της επαρχίας αλλά η ώρα είναι ολίγον τη περασμένη με αποτέλεσμα το μαγαζί που το απόγευμα λειτουργούσε ως καφέ να έχει τώρα μετατραπεί σε μπαρ.

Αυτή η μετατροπή στη πλειονότητα των περιπτώσεων σημαίνει ότι τα τραπεζάκια και οι καρέκλες που μέχρι πρότινος υπήρχαν στο χώρο έχουν τώρα αντικατασταθεί από αρκετά ψηλούς πάγκους και σκαμπό, με αποτέλεσμα μία όχι και τόσο ασήμαντη διαφορά ύψους ανάμεσα στο αμαξίδιο και τον πάγκο που μόνο ένα «αμαξίδιο-ξυλοπόδαρος» θα μπορούσε να καλύψει. Τα προηγούμενα μας οδηγούν αυτονόητα στο συμπέρασμα ότι κατά τη κοινή αντίληψη ο άνθρωπος με αναπηρία δε θα χρειαστεί ποτέ να πιεί το ποτό του σ’ ένα νυχτερινό μαγαζί, ώστε η μέριμνα να προηγείται της εμφανίσεως του σε κάποιο αυτά. Συμπέρασμα προφανώς μη συμβατό με τη κοινή λογική.

 

Τελευταίο ζήτημα το οποίο αξίζει να θίγει είναι η κατασκευαστική δομή των δημοσίων υπηρεσιών της χώρας (π.χ. ΚΕΠ). Υπερβολικά στενές πόρτες, ανύπαρκτες ράμπες, τεράστιες σκάλες χωρίς ασανσέρ διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, έτσι ώστε να είναι πρακτικά δύσκολη αρκετές φορές η υπογραφή ενός  εγγράφου, για το οποίο είναι απαραίτητη η θεώρηση δημόσιας Αρχής.

 

Αυτά ήταν κάποια από τα προβλήματα προσβασιμότητας που συναντά κανείς σε μια χώρα κράτος-μέλος της ΕΕ (θεωρητικά), η οποία στην πράξη παραμένει δυστυχώς τριτοκοσμική, αποδεικνύοντας  για ακόμη μια φορά την τεράστια απόσταση μεταξύ πραγματικού και υποθετικού σεβασμού της ανθρώπινης υπόστασης.

Παρόλα αυτά, επειδή πιστεύω πως πάντα το πηγαίο φως είναι ικανό να νικήσει και το πιο πυκνό σκοτάδι, απαντώ σε όσους εμμένουν στο ρητό «there is no elevator to success, you have to take the stairs» με τη συμβουλή του Stephen Hawking « Να κοιτάτε ψηλά στον ουρανό κι όχι κάτω στα πόδια σας και να εργάζεσθε σκληρά. Η δουλειά δίνει νόημα και σκοπό στη ζωή» και «καμία τρύπα δε είναι τόσο μαύρη όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως»

                                                                                                 

 Κατερίνα Μελισσά

 Τεταρτοετής φοιτητρια της Νομικής Σχολής Αθηνών, Smallville Ambassador